Κυριακή, Μαΐου 03, 2009

Ο Μοναχός Αθανάσιος


Του Παύλου Εμμ. Ζαννή. Εκδοτικός Οίκος Α. Α. Λιβάνη. Αθήνα 2009.

Η ευκαιρία για να το αγοράσω μου δόθηκε σε πρόσφατη επίσκεψή μου στο βιβλιοπωλείο ΠΟΛΙΤΕΙΑ, όταν την ώρα που έφευγα, το πήρε το μάτι μου στον πάγκο των προτεινόμενων. Το κίνητρο ήταν αφενός ο τίτλος, αφετέρου ο Έλληνας συγγραφέας (καθότι πρέπει να ενισχύουμε την ελληνική συγγραφική προσπάθεια). Φρόντισα σχετικά γρήγορα να κλέψω και το χρόνο για την ανάγνωσή του.

Ξάπλωσα στην πολυθρόνα μου, εφοδιάστηκα με σοκολάτες, και άρχισα.... Στην αρχή ήταν τραβηχτικό, και πήρα θάρρος για να συνεχίσω να κλέβω το χρόνο μου. Γρήγορα όμως απογοητεύτηκα.

Εν ολίγοις: η ιδέα ήταν καλή, η αξιοποίησή της μετριότατη.

Το εύρημα του μοναχού- ντετέκτιβ, αν και όχι πρωτότυπο (Κάντφελ, Ρογήρος, Φιντέλμα, Πελαγία...) είναι, απ΄όσο γνωρίζω, για τα ελληνικά αστυνομικά πρωτοφανέρωτο.

Η σύλληψη του θέματος και της πλοκής ήταν επίσης καλή:

Ο ηγούμενος της Ιεράς Μονής Ταξιαρχών Ρόδου Χριστόδουλος, κατά κόσμον Χρήστος Ιακώβου, πρώην ανακριτής, χάνει τον ανεψιό του Νικολό σε τροχαίο. Ένα παράξενο, κατά τη γνώμη του, τροχαίο. Ένας φόνος. Αναθέτει λοιπόν στον μοναχό Αθανάσιο, κατά κόσμον Πέτρο Αθανασιάδη, πρώην ταξίαρχο της Ασφάλειας, να διαλευκάνει την υπόθεση.

Ταυτόχρονα δύο αναίτιοι εκ πρώτης όψεως φόνοι λαμβάνουν χώρα: δύο φιλήσυχοι πολίτες, ένας έμπορος φτηνών γουναρικών και ένας κατώτερος τραπεζικός υπάλληλος εξαναγκάζονται σε αιώνια αποδημία.

Ο Μοναχός Αθανάσιος, συνδέει τις τρεις περιπτώσεις, και με τη βοήθεια του παλιού του φίλου και υφισταμένου Μπίλι (τωρινού ταγματάρχη της Ασφάλειας Βασίλειου Πετρακόπουλου) προσπαθεί να βρει τη λύση. Δουλεύοντας μεθοδικά και ξαναανακρίνοντας αφανώς όλους τους εμπλεκόμενους, φτάνει στην ωραία Ελένη, πρώην αγαπημένη του Νικολού και νυν φιλενάδα του μεγαλοξενοδόχου Αλέξανδρου Γεωργάκη. Αυτή θα του υποδείξει την άκρη του μίτου για να προχωρήσει.

Στην υπόθεση εμπλέκονται στη σωστή δόση ζεύγος πλούσιων Γερμανών τουριστών, στρατιωτικοί, και η αιώνια ερωτευμένη με τον Νικολό Μαρία.

Κρίμα που δεν μπόρεσαν όλα αυτά να αξιοποιηθούν με μία σφιχτοδεμένη αφήγηση.

Ο λόγος είναι χαλαρός και άνευρος, οι διάλογοι μη πειστικοί. Άπειροι πλατειασμοί, δίνουν την αίσθηση ότι αναμασάται συνεχώς το ίδιο νόημα με κάθε είδους λεκτική παραλλαγή, προκειμενου να γεμίσουν οι σελίδες. Αυτό κάνει την εξέλιξη στατική, την ανάγνωση κουραστική. Για παράδειγμα: από την αρχή μας λένε ότι οι τρεις φόνοι είναι διαφορετικοί. Αυτό πόσες φορές πρέπει να το ακούσουμε για να το εμπεδώσουμε; Ότι η δολοφονία του γουναρά ήταν εσπευσμένη. Με πόσους άλλους τρόπους πρέπει να μας το πούν; Σε πόσο βάθος πρέπει να αναλυθεί χωρίς να καταντήσει πλύση εγκεφάλου; Ότι η Ελένη είναι έξυπνη γυναίκα και σπάνιος άνθρωπος. Το υμνολόγιο όμως που την ακολουθεί κάθε φορά που ακούγεται το όνομά της, είναι το λιγότερο, αφελές.

Ο μυθιστοριογράφος είναι πρωτόβγαλτος. Θα πρέπει λοιπόν να του δώσουμε άλλη μια ευκαιρία. Θα πρέπει όμως να έχει υπόψη του ότι άν ο αναγνώστης αρχίσει να αφαιρείται και να πηδάει σελίδες, ο συγγραφέας έχει χάσει το παιχνίδι.

Ας ελπίσουμε λοιπόν ότι ο Μοναχός Αθανάσιος, πριν να φτάσει στο τέλος του στενού, όπως ο ίδιος διατείνεται, δρόμου του, θα αποδώσει πολλές φορές ακόμα δικαιοσύνη....

1 σχόλιο:

DTsakiro είπε...

Μας έλειψες! Σε ξανακαλωσορίζουμε και ελπίζουμε ο χρόνος που διαθέτεις να σου επιστραφεί ως καλή διάθεση για τα υπόλοιπα πράγματα που ασχολείσαι!