Κυριακή, Μαΐου 24, 2009

Το πτώμα με τα ποδοσφαιρικά παπούτσια

Του Celil Oker. Μετάφραση από τα τουρκικά: Στέλλα Χρηστίδου. Εκδόσεις Καστανιώτης. Αθήνα 2008. Τίτλος πρωτοτύπου: Kramponlou Ceset, 1999.

Ένα μάλλον βαρετό βιβλίο. Με μάλλον ανούσια πλοκή, και μάλλον κακή μετάφραση. Όλα στο μέτριο. Δεν είναι ότι για κάποιο λόγο δεν το παρακολουθείς, είναι ότι όταν γυρίσεις σελίδα, δε θυμάσαι αν ήσουν στο τέλος, στην αρχή ή στη μέση της επόμενης. Και κάνεις κουράγιο για να παρακολουθήσεις μια ήκιστα πειστική ιστορία. Που για να την γράψω εδώ, αναγκάστηκα να την σημειώνω σταδιακά, επειδή ήμουν σίγουρη πως όταν θα έφθανα στο τέλος, δε θα θυμόμουν τίποτα από την αρχή.

Στα για μένα αρνητικά στοιχεία πρέπει να προσμετρήσω τις αναφορές στους δρόμους της Ισταμπούλ, που ήταν εντελώς επίπεδες και αδιάφορες, σε αντιδιαστολή με αυτές του Μάρκαρη για την Κωνσταντινούπολη που σε κάνουν να νομίζεις ότι περπατάς μαζί του και συ.

Το βιβλίο δεν το αγόρασα, μου το δάνεισε μία φίλη, και το πήρα για να δω πως είναι τα αστυνομικά της γείτονος. Το συγκεκριμένο μιμείται τα εγγλεζοαμερικάνικα, αυτά με τον παρακμιακό ιδιωτικό ντετέκτιβ που τα έχει θαλασσώσει στη ζωή του, και παρόλα αυτά ελπίζει ότι θα γλυτώσει από το πνίξιμο τους πελάτες του.

Ο δικός μας λέγεται Ραμζί Ουνάρ, και δρα στην Ιστανμπούλ. Πρώην πιλότος, που ωστόσο δε μπορεί να προσγειωθεί ούτε στην πόλη του με τον προσομοιωτή πτήσεων της Microsoft (ο ίδιος το λέει). Αυτόν τον κύριο λοιπόν, τον συστήνει ένας φίλος του διαφημιστής (που δεν αποκαλείται ποτέ με το όνομά του) σε έναν πελάτη του, τον Καράσου Ιλχάν μπέη, ιδιοκτήτη υφαντουργίας και ποδοσφαιρικής ομάδας τρίτης εθνικής κατηγορίας (της Καράσου Γκιουρέσπορ). Δουλειά του θα είναι να ανακαλύψει ποιος προκαλεί τα στημένα παιχνίδια με σκοπό τον υποβιβασμό της ομάδας.

Ακολούθως αυτοπροσκαλείται στην επίδειξη μόδας της υφαντουργίας, όπου θα παραβρίσκεται και η ομάδα, για να κόψει κίνηση. Κατά τη διάρκειά της πιάνει κουβέντα με έναν φωτορεπόρτερ της κακιάς ώρας, ο οποίος μόνο φωτογραφίες δεν τραβούσε. Αργότερα, την ίδια νύχτα ο φωτογράφος δολοφονείται μπροστά στα μάτια του (ή μάλλον μπροστά στα αυτιά του-διότι δεν είδε, αλλά άκουσε τον πυροβολισμό την ώρα που έκανε τσίσια του). Ο φόνος περνιέται για καρδιακή προσβολή και μόνο ο αναγνώστης έχει μυηθεί στην αλήθεια.

Προσπαθώντας να διαλευκάνει την υπόθεση, επισκέπτεται νύκτωρ το κατάστημα-οικία του θύματος, όπου βρίσκει στο πιο προφανές σημείο ένα χρήσιμο φάκελο, αλλά τον κοπανάνε στο κεφάλι και τον αφήνουν αναίσθητο. Ο φάκελος κάνει φτερά.

Στην πορεία ανακαλύπτει για το γιο του εργοδότη του τον Καραχάν, κάτι πράγματα που ο ίδιος δεν θα ήθελε να ανακαλυφθούν. Ως εκ τούτου, τον απολύει.

Δε θα μείνει άνεργος για πολύ. Τον προσλαμβάνει πάραυτα ο αντίπαλος του Καράσου, Τζέμ Τουμέρ. Αντίπαλος και στη δουλειά και στο παιχνίδι, μιας και αγόρασε και αυτός μια ομάδα -προς τέρψιν της ποδοσφαιρομανούς (και ωραιοτάτης) συμβίας του. Ο Ραμζί πρέπει να βρει γιατί εξαφανίστηκε η ωραία Αισού, σχεδιάστρια μόδας, υπάλληλος του Τουμέρ μπέη που ερωτοτροπούσε με την αντίπαλη υφαντουργία του Καράσου και σχετιζόταν με το γιο του τον Καραχάν και τον τερματοφύλακα της Γκιουρέσπορ Ζαφέρ.

Ο Τουμέρ μπέης, ήδη από την εναρκτήρια συζήτηση, τον ενημερώνει ότι ο ίδιος βρίσκεται πίσω από τα στημένα παιχνίδια, αλλά μην τον παρεξηγήσατε, δεν φταίει, το έκανε με προτροπή του δολοφονηθέντος φωτογράφου που λέγαμε.

Στην συνέχεια ο Ιλχάν μπέης τον παρακαλεί να συνεχίσει τις έρευνες για πάρτη του, ο γιος του Καραχάν εξακολουθεί να παραπαίει αν και στο τέλος ζητάει ταπεινά συγνώμη για τη συμπεριφορά του.

Αυτό ήταν. Παρακάτω δε μπόρεσα να πάω. Ταξίδια πήγα, από ταξίδια γύρισα, άλλα βιβλία διάβασα, αυτό εκεί, να γεμίζει σκόνη στο κομοδίνο. Ήρθε λοιπόν η ώρα της απόσυρσης, για να βγω και από την έγνοια του.

Αν έχετε περιέργεια για τα περαιτέρω, αναζητήστε το στα βιβλιοπωλεία. Και μην έχετε τύψεις. Στο κάτω-κάτω, τόσα λεφτά πετάμε εδώ κι εκεί.

Δεν υπάρχουν σχόλια: